Το άρθρο 6 I lit. a ΓΚΠΔ χρησιμεύει στην εταιρεία μας ως νομική βάση για πράξεις επεξεργασίας για τις οποίες λαμβάνουμε τη συγκατάθεση για συγκεκριμένο σκοπό επεξεργασίας. Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση σύμβασης στην οποία το υποκείμενο των δεδομένων είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με πράξεις επεξεργασίας που είναι απαραίτητες για την παράδοση αγαθών ή την παροχή άλλης υπηρεσίας ή αντιπαροχής, η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο 6 I lit. b GDPR. Το ίδιο ισχύει και για τέτοιες πράξεις επεξεργασίας που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση προσυμβατικών μέτρων, για παράδειγμα σε περιπτώσεις ερωτημάτων σχετικά με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μας. Εάν η εταιρεία μας υπόκειται σε νομική υποχρέωση η οποία απαιτεί την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως για παράδειγμα για την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων, η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο 6 I lit. c GDPR. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να καταστεί αναγκαία για την προστασία ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου. Αυτό θα συνέβαινε, για παράδειγμα, εάν ένας επισκέπτης τραυματιζόταν στην εταιρεία μας και το όνομα, η ηλικία, τα στοιχεία ασφάλισης ασθενείας ή άλλες ζωτικές πληροφορίες θα έπρεπε να διαβιβαστούν σε γιατρό, νοσοκομείο ή άλλο τρίτο μέρος. Η επεξεργασία θα βασιζόταν τότε στο άρθρο 6 I lit. d ΓΚΠΔ.
Τελικά, οι πράξεις επεξεργασίας θα μπορούσαν να βασίζονται στο άρθρο 6 I lit. στ ΓΚΠΔ. Οι πράξεις επεξεργασίας που δεν καλύπτονται από καμία από τις προαναφερθείσες νομικές βάσεις βασίζονται σε αυτή τη νομική βάση, εάν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση έννομου συμφέροντος της εταιρείας μας ή τρίτου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερισχύουν τα συμφέροντα, τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων. Επιτρέπεται να πραγματοποιούμε τέτοιες πράξεις επεξεργασίας ιδίως επειδή έχουν αναφερθεί ρητά από τον ευρωπαίο νομοθέτη. Εν προκειμένω, διατύπωσε την άποψη ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει έννομο συμφέρον εάν το υποκείμενο των δεδομένων είναι πελάτης του υπευθύνου επεξεργασίας (αιτιολογική σκέψη 47 πρόταση 2 ΓΚΠΔ).